Η ψωρίαση είναι μια χρόνια αυτοφλεγμονώδης νόσος που επηρεάζει κυρίως το δέρμα. Δεν είναι μεταδοτικής φύσεως. Κλινικά χαρακτηρίζεται από ερυθηματώδεις κηλίδες, βλατίδες και πλάκες, οι οποίες καλύπτονται από αργυρόχροα λέπια. H κλασσική εντόπιση των βλαβών είναι στους αγκώνες και στα γόνατα. Επηρεάζει εξίσου άνδρες και γυναίκες κάθε ηλικίας και αφορά περίπου 1-3% του παγκόσμιου πληθυσμού.

 

Οι παράγοντες που συνδέονται με την έναρξη και την πρόοδο της ψωρίασης είναι τόσο γενετικοί, όσο και περιβαλλοντικοί. Φαίνεται να υπάρχει μία σχέση κληρονομικότητας, ως προς την προδιάθεση της ασθένειας. Το στρες, το κλίμα – και ιδιαιτέρως οι χαμηλές θερμοκρασίες σε συνδυασμό με υψηλή υγρασία – κάποιες φαρμακευτικές αγωγές, καθώς και συγκεκριμένες μικροβιακές λοιμώξεις ενοχοποιούνται για την πυροδότηση της ψωρίασης, ενώ η κατανάλωση αλκοόλ και το κάπνισμα σίγουρα επιδεινώνουν τα συμπτώματα.

Υπάρχουν διάφοροι τύποι ψωρίασης

  • Ψωρίαση κατά πλάκας: Είναι ο συνηθέστερος τύπος και εκδηλώνεται με σαφώς περιγεγραμμένες, κόκκινες, λεπιδώδεις πλάκες και τα χαρακτηριστικά της συμπτώματα είναι ο κνησμός, η απολέπιση και η στικτή αιμορραγία.
  • Σταγονοειδής Ψωρίαση: Χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση μικρών, ερυθρών, μεμονωμένων σταγονοειδών βλατίδων ή πλακών στο δέρμα. Οι αλλοιώσεις αυτές εμφανίζονται σε εκτεταμένες περιοχές του σώματος, όπως ο κορμός, τα άκρα και ίσως το τριχωτό και το πρόσωπο. Τα συμπτώματα ψωρίασης αυτού του τύπου εμφανίζονται συνήθως πολύ ξαφνικά και σε νεότερους ασθενείς, κυρίως μετά από λοίμωξη από στρεπτόκοκκο.
  • Ανάστροφη Ψωρίαση; Συνήθως εμφανίζεται σε υπέρβαρα άτομα, στις περιοχές της μασχάλης, της βουβωνικής χώρας, κάτω από την κοιλιακή χώρα και το στήθος. Τα συμπτώματα ψωρίασης αυτού του τύπου δεν περιλαμβάνουν απολέπιση, αλλά ερυθρότητα στην περιοχή των πτυχών με σαφή όρια.
  • Φλυκταινώδης Ψωρίαση: Χαρακτηρίζεται από τον σχηματισμό φλυκταινών, οι οποίες μετά από την πάροδο κάποιων ημερών αποξηραίνονται. Εμφανίζεται η εντοπισμένη φλυκταινώδης ψωρίαση παλαμών-πελμάτων και η γενικευμένη φλυκταινώδης ψωρίαση που χαρακτηρίζεται από γενικευμένο εξάνθημα.
  • Ερυθροδερμική Ψωρίαση: Εμφανίζεται είτε αιφνίδια χωρίς προηγούμενο ιστορικό ψωρίασης, είτε ως αποτέλεσμα επιδείνωσης μίας προϋπάρχουσας χρόνιας ψωρίασης. Πρόκειται για μία σοβαρή μορφή της νόσου, η οποία χαρακτηρίζεται από καθολική φλεγμονή και ερυθρότητα του δέρματος (>90%) και απαιτεί άμεση ιατρική αντιμετώπιση.
  • Ψωρίαση Νυχιών: Εμφανίζεται στα νύχια των χεριών και των ποδιών και χαρακτηρίζεται από βοθρία, κίτρινο αποχρωματισμό που μοιάζει με σταγόνα λαδιού κάτω από την επιφάνεια του νυχιού, ονυχόλυση και πάχυνση του δέρματος κάτω από το νύχι που μπορεί να οδηγήσει στην απώλεια του νυχιού.

 

Η ψωριασική αρθρίτιδα αποτελεί μια επώδυνη, φλεγμονώδη νόσο των αρθρώσεων. Η επίπτωση της ανάμεσα στους ασθενείς με ψωρίαση φθάνει το 15 έως 25%. Προκαλεί φλεγμονή στις αρθρώσεις και συχνότερα στους καρπούς, στα γόνατα, στους αστραγάλους και στον αυχένα. Προσβάλλει συνήθως τις άκρες των δακτύλων των χεριών και των ποδιών και ενδέχεται επίσης να προσβάλλει τη σπονδυλική στήλη. Η πορεία της είναι συχνά εξελικτική και απαιτεί έγκαιρη και αποτελεσματική συστηματική θεραπεία, έτσι ώστε να προληφθεί η διάβρωση των αρθρώσεων.

 

Οι υπάρχουσες θεραπευτικές προσεγγίσεις για την ψωρίαση περιλαμβάνουν τοπικές θεραπείες, φωτοθεραπεία, κλασσικές συστηματικές θεραπείες και βιολογικούς παράγοντες. Η θεραπεία εξατομικεύεται για κάθε ασθενή και συνυπολογίζει τη βαρύτητα, την έκταση και τη μορφή της νόσου, καθώς και την ανταπόκριση του ασθενούς σε προηγούμενες θεραπείες. Παράλληλα, θα αξιολογηθεί η δυνατότητα χορήγησης από πλευράς ανοχής και ασφάλειας της προς επιλογήν θεραπείας. Κατά τη χορήγηση μίας συγκεκριμένης θεραπείας, λαμβάνεται επίσης υπόψιν η ηλικία, η ψυχολογική κατάσταση, ακόμη και η εποχικότητα (π.χ. για μερικούς ασθενείς η έκθεση στον ήλιο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, είναι από μόνη της ευεργετική).